Σάββατο 3 Ιουνίου 2017

Η τσάντα και το τσαντάκι

Η τσάντα και το τσαντάκι

Κωμωδία μονόπρακτη

Ελεύθερη διασκευή
Σ.Π.Παπασηφάκη
Από το ομώνυμο διήγημα του Δημήτρη Ψαθά
από τη συλλογή διηγημάτων
«Η Θέμις έχει νεύρα»

Το παρόν μπορεί να χρησιμοποιηθεί

από σχολεία στα πλαίσια των εκδηλώσεών τους.

Απαραίτητη προϋπόθεση να αναφέρεται το όνομα

του διασκευαστή.

Απαγορεύεται η ανάρτησή του σε ιστοσελίδα ή ιστολόγιο

καθώς και η διασκευή του χωρίς άδεια.

 

Η τσάντα και το τσαντάκι

Διανομή

Πρόεδρος
Αστυφύλακας
Κατηγορούμενος
Γυναίκα
Γραμματέας

(Η σκηνή στο πταισματοδικείο. Ένας  κύριος  μετρίου αναστήματος  είναι  καθισμένος  μαζεμένα ενώ απέναντι  του  μια κυρία τον κοιτά και αναταράζεται  ολόκληρη. Κρατά  μια  τσάντα που την κουνά  με  τρόπο τόσο απειλητικό, ώστε   νομίζεις  πως, θα του την φέρει  στο κεφάλι. Μετά από αυτό μπαίνουν  ο πρόεδρος και η γραμματέας στην αίθουσα κρατώντας  από ένα  χαρτοφύλακα  ο καθένας  στο χέρι. Κάθονται   και η συνεδρίαση αρχίζει.)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (Κοιτά τα χαρτιά του.) Φανή Γελαδινού.
ΑΣΤΥΦΥΛΑΚΑΣ: Φανή Γελαδινούου.
ΓΥΝΑΙΚΑ: Παρούσα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:  (Αφού κοιτάζει τα χαρτιά του) Τι συνέβη;
ΓΥΝΑΙΚΑ: Ούτε και γνωρίζω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:  Σου έδωσε ο κύριος χαστούκι;
ΓΥΝΑΙΚΑ: (Φρενιάζει) Εντελώς ξαφνικά.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:  Γιατί;
ΓΥΝΑΙΚΑ:   (Τρέμει  ολόκληρη) Ούτε  και  γνωρίζω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:  Είχατε  προηγούμενα;

ΓΥΝΑΙΚΑ:   Προηγούμενα; (έχει  πάρει φόρα.) Εγώ μ’ αυτόν;   Αστείο πράγμα. Ούτε  τον  ξέρω, ούτε   με  ξέρει. Ούτε  του  μίλησα, ούτε   μου μίλησε. Ούτε  τον κοίταξα, ούτε   με  κοίταξε. Αντιλαμβάνεσθε  πως συνέβησαν τα πράγματα. Επήγαινα στην κουνιάδα  μου στου Βεΐκου, κύριε πρόεδρε. Εγώ κατοικώ Κολιάτσου. Καθόμουν λοιπόν στο τραμ, κι απέναντι  μου φάτσα  με φάτσα καθόταν αυτός  ο παλαβός.
ΚΑΤΗΓΟΡ.:  (Που τρίζει  τα  δόντια του) Εγώ παλαβός; Με  λέει  παλαβό!
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:   Σιωπή εσύ.
ΚΑΤΗΓΟΡ.:   Βρίζει κύριε πρόεδρε, ακούτε;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είπα σιωπή. (Στη γυναίκα) Κι εσείς κυρία μου πιο κόσμια.
ΚΑΤΗΓΟΡ.:   (Που τρέμει  ολόκληρος ) Με  συγχωρείτε. Είμαι  λιγάκι  νευρικός.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:   (Γυρίζει  στην κυρία)  Συνέχισε.
ΓΥΝΑΙΚΑ: (Φυσά  και  ξεφυσά) Λοιπόν ήρθε  ο εισπράκτωρ, μου  ζήτησε  το εισιτήριο  μου, έβγαλα τα  λεφτά, του τα έδωσα. Έκοψε  απ’ το μπλοκ το εισιτήριο, μου το έδωσε. Αντιλαμβάνεσθε  κύριε πρόεδρε. Ύστερα ήρθε  ο επιθεωρητής, μου  ζήτησε  το εισιτήριο  μου, του το έδωσα. Το κοίταξε, το έκοψε λιγουλάκι, μου το έδωσε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Λοιπόν;
ΓΥΝΑΙΚΑ: Ο κύριος με αγριοκοίταζε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γιατί;
ΓΥΝΑΙΚΑ: Ούτε  και γνωρίζω.
ΚΑΤΗΓΟΡ.: Να σας πω εγώ κύριε πρόεδρε...
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:  Εσύ  να πάψεις.
ΚΑΤΗΓΟΡ.: Λέει, ότι δεν γνωρίζει  γιατί την αγριοκοίταξα. Και  μ’ εκνευρίζει.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πάψε  σου είπα.
ΚΑΤΗΓΟΡ.: Με  συγχωρείτε, κύριε πρόεδρε. Είμαι  λιγάκι  νευρικός.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:   (Ανάβει  και κόρωνει.)Αν είσαι  λιγάκι  νευρικός, σε  στέλνω ’γω μέσα  και  σου περνούν τα  νεύρα. Σου το  λέω για τελευταία φορά  να  μην παρεμβαίνεις. Ακούς;
ΚΑΤΗΓΟΡ.: Μάλιστα κύριε πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θέλεις  να  πας  μέσα;
ΚΑΤΗΓΟΡ.: Όχι, κύριε πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:  Κλεισ’ το λοιπόν.
ΚΑΤΗΓΟΡ.:Το ’κλεισα κύριε πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:  Εξακολούθει εσύ.
ΓΥΝΑΙΚΑ: (Αναστενάζει.) Και  ξαφνικά, που λέτε, χωρίς  κανένα  λόγο, χωρίς  καμιά, καμιά αιτία, μου αστράφτει  ο κύριος ένα  χαστούκι.
Αντιλαμβάνεσθε. Χαστούκι  εμένα, που  ο   ίδιος  ο σύζυγος  μου
κύριε πρόεδρε, δεν τόλμησε  ποτέ  να  μου απλώσει  χέρι. Χέρι;   Τι
λέω; Μια φορά που τόλμησε   να  μου πει  μισή κουβέντα, έτρεξα στους  δικηγόρους  να ζητήσω διαζύγιο. Κι  ο Γιάννης έπεσε  στα πόδια  μου. Φανίτσα και Φανίτσα. Αντιλαμβάνεστε. Χαστούκι σ’ εμένα, που  μ’ έχει  ο σύζυγος  μου  μη στάξει  και  μη βρέξει.
ΚΑΤΗΓΟΡ.: (Κατ’ ιδίαν) Άμα μπορεί ας κάνει κι αλλιώς.
ΓΥΝΑΙΚΑ: (Συνεχίζει)  Ρωτήστε, παρακαλώ, πλατεία Κολιάτσου, Φάνη Γελαδινού, του  μηχανικού. Απαιτώ να  κρεμαστεί  στην πλατεία  Συντάγματος. Στην πλατεία  Συντάγματος.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:   Καλα, καλά.
ΓΥΝΑΙΚΑ: Να μάθει τρόπους.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πήγαινε.
ΓΥΝΑΙΚΑ: Χαστούκι στη Φάνη Γελαδινού;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Στάσου παραπέρα.
ΓΥΝΑΙΚΑ:  Παρακαλώ, μες  στην πλατεία  Συντάγματος.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (Χάνει  την υπομονή του  ο πρόεδρος  και  χτυπά  με   μανία την κουδούνα. Η κυρία σωπαίνει  επιτελούς. Κάνει  νεύμα  στον κατηγορούμενο  να πλησιάσει) Έδωσες πράγματι χαστούκι;
ΚΑΤΗΓΟΡ.:   Μάλιστα  κύριε  πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:  Την  ξέρεις;
ΚΑΤΗΓΟΡ.: Όχι,  κύριε πρόεδρε
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:   Ώστε  ομολογείς;
ΚΑΤΗΓΟΡ.:   Μάλιστα κύριε πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:  Την έχεις  δει  άλλη, φορά;
ΚΑΤΗΓΟΡ.:  Όχι  κύριε  πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:  Τότε  λοιπόν;
ΚΑΤΗΓΟΡ.:  Είμαι  λιγάκι  νευρικός.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ωραία δικαιολογία, σπουδαία δικαιολογία! Επειδή είναι νευρικός ο κύριος, καταχερίζει  τους ανθρώπους μες στο τραμ. Και μάλιστα κυρίες. Ομολογώ πως είμαι κατάπληκτος!
ΚΑΤΗΓΟΡ.:  Κι  εγώ κύριε  πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σιωπή.
ΚΑΤΗΓΟΡ.: Είμαι  συντετριμμένος, κύριε πρόεδρε. Το ομολογώ. Ήταν μια στιγμή παραφοράς. (φανερά συντετριμμένος) Να σας εξηγήσω κύριε   πρόεδρε. Επιτρέπετε   να σας εξηγήσω;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Λέγε.
ΚΑΤΗΓΟΡ.:  (Αναπνέει  βαθιά) Ήμαστε   μες  στο τραμ. Εγώ εδώ, αυτή εκεί. Καθόταν απέναντι  μου, καθόμουν απέναντί  της. Ακούστε  τώρα. Έρχεται  ο εισπράκτωρ της  ζητά. το εισιτήριο. Ανοίγει τη μεγάλη τσάντα, βγάζει  το  μικρό  τσαντάκι, κλείνει  τη μεγάλη τσάντα, ανοίγει το μικρό τσαντάκι, τα λεφτά, κλείνει το  μικρό τσαντάκι, ανοίγει τη  μεγάλη τσάντα, βάζει  μέσα το  μικρό τσαντάκι κλείνει τη  μεγάλη τσάντα, δίνει τα λεφτά της στον εισπράκτορα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Λοιπόν;
ΚΑΤΗΓΟΡ.: Της  δίνει  ο εισπράκτωρ  το εισιτήριο. Ανοίγει τη  μεγάλη τσάντα βγάζει  το  μικρό τσαντάκι, κλείνει  τη  μεγάλη τσάντα, ανοίγει το  μικρό τσαντάκι, βάζει  μέσα το εισιτήριο, κλείνει το μικρό τσαντάκι, ανοίγει τη μεγάλη τσάντα, βάζει μέσα το μικρό τσαντάκι, κλείνει τη μεγάλη τσάντα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Λοιπόν, λοιπόν;
ΚΑΤΗΓΟΡ.: (Αναπνέει βαθιά) Της δίνει ο εισπράκτορας τα ρέστα. Τα παίρνει. Ανοίγει τη μεγάλη τσάντα, βγάζει το μικρό τσαντάκι, κλείνει τη μεγάλη τσάντα, ανοίγει το μικρό τσαντάκι, βάζει μέσα τα ρέστα, κλείνει το μικρό τσαντάκι, ανοίγει τη μεγάλη τσάντα, βάζει μέσα το μικρό τσαντάκι,  κλείνει τη μεγάλη τσάντα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (Που στριφογυρίζει στην καρέκλα του) Ουφ!
ΚΑΤΗΓΟΡ.: Είστε νευρικός κύριε πρόεδρε;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Προχώρα.
ΚΑΤΗΓΟΡ.:  Όχι, παρακαλώ, είσθε;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:  Χωρίς  ερωτήσεις.
ΚΑΤΗΓΟΡ.: Θερμώς  παρακαλώ, κύριε πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όχι. Κι  αν ήμουν, δε  θα έφθανα  ποτέ  στο  σημείο  να  χαστουκίσω  μια  κυρία  μες  στο  τραμ.
ΚΑΤΗΓΟΡ.: (Λέει  με  συντριβή)   Τότε  καταδικάστε με  κύριε   πρόεδρε. Δε  θα με  καταλάβετε  ποτέ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:  Αυτό είναι  δική  μου δουλειά. Λέγε, τελείωσες;
ΚΑΤΗΓΟΡ.: (Σκουπίζει  τον   ιδρώτα του, στραγγίζει  το  μαντίλι  του. Αναστενάζει.) Όχι δεν τελείωσα. Ησύχασα που λέτε  για  μια  στιγμή και έλεγα ότι  τελείωσε  αυτό το βάσανο. Μαύρη ησυχία. (εξουθενωμένος) Έξαφνα η κυρία ανοίγει  τη  μεγάλη τσάντα βγάζει το  μικρό τσαντάκι, κλείνει  τη  μεγάλη τσάντα,  ανοίγει το  μικρό τσαντάκι, βγάζει ένα  καθρεφτάκι, κλείνει το  μικρό τσαντάκι, ανοίγει τη μεγάλη τσάντα, βάζει  μέσα το  μικρό τσαντάκι, κλείνει τη  μεγάλη τσάντα. Κοιτάζεται    λίγο στο καθρεφτάκι. Κι  ύστερα ανοίγει τη  μεγάλη τσάντα, βγάζει  το  μικρό τσαντάκι, κλείνει  τη  μεγάλη τσάντα, ανοίγει το  μικρό τσαντάκι, βάζει  μέσα το καθρεφτάκι, κλείνει  το  μικρό τσαντάκι, ανοίγει τη μεγάλη τσάντα, βάζει  μέσα το  μικρό τσαντάκι, κλείνει τη  μεγάλη τσάντα…
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (Θολώνει το  μάτι  του. Ιδρώτας  τρέχει απ’ το  μέτωπό του. Αρπάζει την κουδούνα, την αφήνει, στριφογυρίζει, βουτάει τα χαρτιά, κοντεύει να  σκάσει. Ξεφυσά.)  Ουφ!
ΚΑΤΗΓΟΡ.:  Να σταματήσω κύριε πρόεδρε;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Φτάσε στο χαστούκι.
ΚΑΤΗΓΟΡ. : Είναι παρακάτω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Λέγε μ’ έσκασες.
ΚΑΤΗΓΟΡ. : Ετσι  μ’ έσκασε  κι  εμένα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:  Τελείωνε.
ΚΑΤΗΓΟΡ.: (Παίρνει βαθιά ανάσα.) Ησύχασε  πάλι  για  δυο δευτερόλεπτα. Ησυχάζω κι  εγώ. Αλλά πάλι, μαύρη ησυχία. Έρχεται  ο επιθεωρητής, της  ζητά το εισιτήριο, αανοίγειεει  τη μεγάλη τσάντα, βγάαζει το  μικρό τσαντάκι, δίνει το εισιτήριο κλείνει το  μικρό τσαντάκι, ανοίγει τη  μεγάλη τσάντα, βάζει  μέσα το  μικρό τσαντάκι, κλείνει τη μεγάλη τσάντα. Της  επιστρέφει  ο επιθεωρητής  το εισιτήριο. αανοίγειεει τη μεγάλη τσάντα, βγάαζει το  μικρό τσαντάκι, κλείνει τη μεγάλη τσάντα, αανοίγειεει το  μικρό τσαντάκι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (Αναπηδά)Φτάνει.
ΚΑΤΗΓΟΡ.: Βάζει  μέσα το εισιτήριο.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σώνει.
ΚΑΤΗΓΟΡ.: Κλείνει το  μικρό τσαντάκι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αρκετά.
ΚΑΤΗΓΟΡ.:  Ανοίγει  τη μεγάλη τσάντα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:   (Γουρλώνει  τα  μάτια του,)Πάψε  σου είπα.
ΚΑΤΗΓΟΡ.:  Βάζει  μέσα το  μικρό τσαντάκι…
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:    (Έξαλλος  τινάζεται επάνω)   ΑΘΩΟΣ! ΑΘΩΟΣ!  Καλά της  έκανες!

αυλαία

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου